24/6/12

Τέλος σχολείου, διακοπές;

Στο τέλος της διδακτικής χρονιάς, 30 Ιουνίου, χαιρόμαστε οι εκπαιδευτικοί κι οι μαθητές μας το ίδιο, γιατί ξεκινά το δίμηνο των διακοπών μας. Όπως έχει διατυπωθεί με ειλικρίνεια, "Two good reasons to be a teacher: July & August!".
Φέτος όμως δεν νιώθω και τόση χαρά που θα κλείσουμε τα σχολεία. Ούτε και τα παιδιά, όλο πιάνουμε την κουβέντα στα πεζοδρόμια μετά το σχόλασμα. Βρίσκουμε διάφορα προσχήματα, να σήμερα τα θέματα της Χημείας που δεν τους άρεσαν, να την επομένη τί θα κάνουμε του χρόνου με τις επιλογές, και μας παίρνει τ'απόγευμα να κουβεντιάζουμε στα σκαλιά του σχολείου. Γκρινιάζουν οι περαστικοί, είναι στενά τα πεζοδρόμια στην Κυψέλη, αν κουβαλούν και το καρότσι απ' τη λαϊκή...
Κακά τα ψέμματα, φέτος το κλείσιμο του σχολείου δεν σημαίνει και διακοπές, τουλάχιστον όπως τις είχαμε συνηθίσει στα χρόνια της ευμάρειας. Λίγοι είναι πια όσοι μπορούν να εγκαταλείψουν το καμίνι της πόλης έστω και για λίγες μέρες, όσο κι αν παριστάνουμε τους αδιάφορους κι αποφεύγουμε να το πούμε. Προφασιζόμαστε δουλειές που δεν σηκώνουν αναβολή, τους γονείς με τα προβλήματα υγείας, αλλά μπορείς πια να διαβάσεις πίσω απ' τις λέξεις "πού να πάμε, εδώ δεν τα βγάζουμε πέρα με τα καθημερινά έξοδα...".
Τα παιδιά πάλι, τρισχειρότερα. Φέτος στο σχολείο μου είχαμε σε ποσοστό τουλάχιστον 30% έναν άνεργο γονιό για κάθε οικογένεια. Αυτό σημαίνει πρακτικά για την πλειοψηφία των μαθητών τέρμα το καλοκαιρινό φροντιστήριο, τα καφεδάκια στη Φωκίωνος, το σινεμά, ακόμη και το μπάνιο σε κοντινές παραλίες με το τραμ μπορεί να είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί. 
Πολλά παιδιά αναγκάζονται ήδη να κάνουν δουλειές του ποδαριού για να συμβάλουν στον οικογενειακό προϋπολογισμό, επομένως οι ώρες του σχολικού προγράμματος έφτασαν να είναι γι αυτά η μόνη ανεμελιά - δεν είναι κρίμα κι άδικο; Θυμούμαι πριν από λίγα μόλις χρόνια,  χρησιμοποιούσα στην τάξη παραδείγματα παιδιών από αναπτυσσόμενες χώρες και τις θυσίες στις οποίες υποβάλλονται (πχ περπάτημα 20 χιλιομέτρων) για να πάνε στο σχολείο, και τούτο προκειμένου να αντιδιαστείλω το πλεονέκτημα των μικρών ελλήνων & ελληνίδων με το δικαίωμα στη δωρεάν εκπαίδευση, και να τους παροτρύνω να εκτιμήσουν αυτό που διαθέτουν αντί να το απαξιώνουν. Πού να φανταστώ τότε τη δραματική αλλαγή που μας περίμενε...


Τί να κάνουμε λοιπόν; Να προσχωρήσουμε στη συλλογική κατάθλιψη; Να κλειστούμε στο μικρόκοσμό μας αναζητώντας ατομικές λύσεις; Ή μήπως θάπρεπε να δούμε μια θετική πλευρά της συγκυρίας; Αν ας πούμε το σχολείο άνοιγε με ευθύνη ομάδων εκπαιδευτικών μερικές μέρες κάθε εβδομάδα και με δράσεις όπως ανάγνωση βιβλίων ή προβολή ταινιών; Αυτά που δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε στη διάρκεια της χρονιάς επειδή "πρέπει να βγάλουμε την ύλη", μήπως είναι μια ευκαιρία να τα υλοποιήσουμε μες στις καλοκαιρινές διακοπές; Ακόμη και νεροπόλεμο θα μπορούσαμε να παίξουμε τα ζεστά μεσημέρια ή να φτιάξουμε δροσερούς χυμούς τις ημέρες που η λαϊκή εκεί δίπλα πιθανόν θα μας χάριζε τα φρούτα που αφθονούν, αν τους τα ζητήσουμε. 
Ιδέες για να επιστρέψουμε στη συλλογικότητα, να χτυπήσουμε τη μιζέρια, να ξανακερδίσουμε το δημόσιο χώρο και τη χαρά. 
Στο κάτω-κάτω, χρόνια το συζητούμε με τους συναδέλφους, μπορεί ν'ανυπομονούμε κάθε χρόνο να κλείσουν τα σχολεία για να ξεκουραστούμε, όμως όταν τελειώνουν κι οι εξετάσεις, τις λίγες τελευταίες μέρες του Ιουνίου, όλοι το παραδεχόμαστε: δεν υπάρχει πιο θλιβερή εικόνα από μια άδεια από μαθητές σχολική αυλή. Μήπως να τις κρατήσουμε γεμάτες αυτό το καλοκαίρι;

21/5/12

Για τις Ελενίτσες τις φιλενάδες μου και όχι μόνο!


Ρόδα και φύλλα νερατζιάς απ'τον κήπο μας για τα χρόνια πολλά, πολλά, πολλά & καλά, καλά, καλά στις Ελενίτσες μου!

Και τούτο το δεύτερο, για του Ηλία τα γενέθλια ;))

13/5/12

Μάνος Χατζιδάκις: "Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι"


"Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του.
Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται.
manos_hadjidakis-fasismos_arheioΕνώ τα πουλιά. Για τα πουλιά, μόνον οι δολοφόνοι, οι άθλιοι κυνηγοί αρμόζουν, με τις «ευγενικές παντός έθνους παραδόσεις». Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή «λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων» σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες.
Πρόσφατη περίπτωση ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μόνο που ο πόλεμος αυτός μας δημιούργησε για ένα διάστημα μιαν αρκετά μεγάλη πλάνη, μιαν ψευδαίσθηση. Πιστέψαμε όλοι μας πως σ' αυτό τον πόλεμο η Δημοκρατία πολέμησε το φασισμό και τον νίκησε. Σκεφθείτε: η «Δημοκρατία», εμείς με τον Μεταξά κυβερνήτη και σύμμαχο τον Στάλιν, πολεμήσαμε το ναζισμό, σαν ιδεολογία άσχετη από μας τους ίδιους. Και τον. νικήσαμε. Τι ουτοπία και τι θράσος. Αγνοώντας πως απαλλασσόμενοι από την ευθύνη του κτηνώδους μέρους του εαυτού μας και τοποθετώντας το σε μια άλλη εθνότητα υποταγμένη ολοκληρωτικά σ' αυτό, δεν νικούσαμε κανένα φασισμό αλλά απλώς μιαν άλλη εθνότητα επικίνδυνη που επιθυμούσε να μας υποτάξει.
Ένας πόλεμος σαν τόσους άλλους από επικίνδυνους ανόητους σε άλλους ανόητους, περιστασιακά ακίνδυνους. Και φυσικά όλα τα περί «Ελευθερίας», «Δημοκρατίας», και «λίκνων πνευματικών και μη», για τις απαίδευτες στήλες των εφημερίδων και τους αφελείς αναγνώστες. Ποτέ δεν θα νικήσει η Ελευθερία, αφού τη στηρίζουν και τη μεταφέρουν άνθρωποι, που εννοούν να μεταβιβάζουν τις δικές τους ευθύνες στους άλλους.
(Κάτι σαν την ηθική των γερόντων χριστιανών. Το καλό και το κακό έξω από μας. Στον Χριστό και τον διάβολο. Κι ένας Θεός που συγχωρεί τις αδυναμίες μας εφόσον κι όταν τον θυμηθούμε μες στην ανευθυνότητα του βίου μας. Επιδιώκοντας πάντα να εξασφαλίσουμε τη μετά θάνατον εξακολουθητική παρουσία μας. Αδυνατώντας να συλλάβουμε την έννοια της απουσίας μας. Το ότι μπορεί να υπάρχει ο κόσμος δίχως εμάς και δίχως τον Καντιώτη τον Φλωρίνης).
manos_hadjidakis04Δεν θέλω να επεκταθώ. Φοβάμαι πως δεν έχω τα εφόδια για μια θεωρητική ανάπτυξη, ούτε την κατάλληλη γλώσσα για τις απαιτήσεις του όλου θέματος. Όμως το θέμα με καίει. Και πριν πολλά χρόνια επιχείρησα να το αποσαφηνίσω μέσα μου. Σήμερα ξέρω πως διέβλεπα με την ευαισθησία μου τις εξελίξεις και την επανεμφάνιση του τέρατος. Και δεν εννοούσα να συνηθίσω την ολοένα αυξανόμενη παρουσία του. Πάντα εννοώ να τρομάζω.
Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι. Οι μισητοί δολοφόνοι, που βρίσκουν όμως κατανόηση από τις διωκτικές αρχές λόγω μιας περίεργης αλλά όχι και ανεξήγητης συγγενικής ομοιότητος. Που τους έχουν συνηθίσει οι αρχές και οι κυβερνήσεις σαν μια πολιτική προέκτασή τους ή σαν μια επιτρεπτή αντίθεση, δίχως ιδιαίτερη σημασία που να προκαλεί ανησυχία. (Τελευταία διάβασα πως στην Πάτρα, απέναντι στο αστυνομικό τμήμα άνοιξε τα γραφεία του ένα νεοναζιστικό κόμμα. Καμιά ανησυχία ούτε για τους φασίστες, ούτε για τους αστυνομικούς. Ούτε φυσικά για τους περιοίκους).
Ο εθνικισμός είναι κι αυτός νεοναζισμός. Τα κουρεμένα κεφάλια των στρατιωτών, έστω και παρά τη θέλησή τους, ευνοούν την έξοδο της σκέψης και της κρίσης, ώστε να υποτάσσονται και να γίνονται κατάλληλοι για την αποδοχή διαταγών και κατευθύνσεων προς κάποιο θάνατο. Δικόν τους ή των άλλων. Η εμπειρία μου διδάσκει πως η αληθινή σκέψη, ο προβληματισμός οφείλει κάπου να σταματά. Δεν συμφέρει. Γι' αυτό και σταματώ. Ο ερασιτεχνισμός μου στην επικέντρωση κι ανάπτυξη του θέματος κινδυνεύει να γίνει ευάλωτος από τους εχθρούς. Όμως οφείλω να διακηρύξω το πάθος μου για μια πραγματική κι απρόσκοπτη ανθρώπινη ελευθερία.
Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δυο μορφές. Ή προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.
manos_xatzidakis02Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα Μ.Μ.Ε. ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία και τεράστια κι αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέρονται.
Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακρά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από τη συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας.
Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας - που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη.Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος «αρχηγός» που θα ηγηθεί αυτό το κατάπτυστο περιεχόμενό μας. Και τότε θα 'ναι αργά για ν' αντιδράσουμε. Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς - όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλο. Είμαστε εσείς, εμείς και τα παιδιά μας. Δεχόμαστε να 'μαστε απάνθρωποι μπρος στους φορείς του AIDS, από άγνοια αλλά και τόσο «ανθρώπινοι» και συγκαταβατικοί μπροστά στα ανθρωποειδή ερπετά του φασισμού, πάλι από άγνοια, αλλά κι από φόβο κι από συνήθεια.
Και το Κακό ελλοχεύει χωρίς προφύλαξη, χωρίς ντροπή. Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος.

Ένα κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι, που γράφτηκε και δημοσιευτηκε το 1993. Πόσο επίκαιρο, στις 13 Μαΐου 2012!

26/2/12

PISΑ & ΞΕΡΟ ΨΩΜΙ;

PISA, το «θαύμα» της Φινλανδίας και το « μακρύ χέρι» της αγοράς
Μαυρογιώργος Γιώργος* Αγγελακοπούλου Φωτεινή, Ιωάννου Α.Μαρία**

Συνεχίζουμε τη σειρά των αναλύσεων που έχουμε κάνει αναφορικά με τα μικρά και  μεγάλα «μυστικά» της γοητείας του PISA, εστιάζοντας στη θέση που επιφυλάσσει για τις γνώσεις στο υποχρεωτικό σχολείο. Ο βασικός μας ισχυρισμός είναι ότι η σύλληψη του δοκιμίου του PISA (τόσο στη μορφή όσο  και στο περιεχόμενο) εμπεριέχει την υποβάθμιση της θέσης των γνώσεων στο υποχρεωτικό σχολείο και αυτό συνδέεται με τις προτεραιότητες της καπιταλιστικής αγοράς. Πρόκειται για ισχυρισμό που είχε προκαλέσει (2008) την υπεράσπιση του PISA, με την επιστράτευση  του «Θρήνου των Καρυάτιδων»,  από τον καθηγητή Γιώργο Τσιάκαλο, πρόεδρο της Επιτροπής Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων στην Κύπρο. Για αυτό το θέμα παραπέμπουμε στη σειρά προηγούμενων κειμένων μας.
Όπως έχουμε υποστηρίξει, στα δοκίμια του PISA τα δεδομένα ή οι πληροφορίες που κρίνονται απαραίτητες   διατίθενται στους μαθητές ώστε να επιδείξουν «κομβικές» δεξιότητες «ορθής» χρήσης. Οι μαθητές, δηλαδή, αντιμετωπίζονται ως χρήστες έτοιμων» πληροφοριών. Καλούνται να κάνουν «έξυπνες» επιλογές «έξυπνων» προκατασκευασμένων απαντήσεων για να ανταποκριθούν σε «έξυπνες» ερωτήσεις. Στην καλύτερη περίπτωση, καλούνται να συναρμολογούν υπαινιγμούς  για να συνθέτουν σύντομες απαντήσεις. Είναι προφανές ότι  έχει αποκλειστεί η αποστήθιση, αν και δεν είναι ο κύριος  στόχος. Ή, για να το πούμε αλλιώς, η απομάκρυνση από πρακτικές αποστήθισης συνοδεύεται από υποβάθμιση των γνώσεων, υπέρ των λεγόμενων «κομβικών» δεξιοτήτων, λες και απομνημόνευση και γνώση πάνε μαζί!
 Η υποβάθμιση των γνώσεων μας θυμίζει το διάλογο του Πλάτωνος «Μένων». Σε αυτόν, ο Σωκράτης προσπαθεί να πείσει  ότι η γνώση είναι ανάμνηση και καλεί έναν δούλο για να δείξει ότι ο «διπλασιασμός του τετραγώνου» δεν  είναι υπόθεση γνώσεων! Ο Σωκράτης, όπως γράφει ο Χρ. Φράγκος, δεν κάνει ερωτήσεις για να ζητήσει κάποια γνώση από το δούλο αλλά για να ζητήσει συλλογισμό. Δεν ενδιαφέρεται τόσο για τις γνώσεις αλλά για τη χρήση των γνώσεων. Κάθε φορά που ο μαθητής δίνει λανθασμένες απαντήσεις του προσφέρει πρόσθετες και συμπληρωματικές πληροφορίες. Δεν έχουμε πρόθεση να αποδώσουμε στο δοκίμιο PISA τα χαρακτηριστικά μιας μαιευτικής διδακτικής προσέγγισης στην απόκτηση των γνώσεων. Ο Σωκράτης δίδασκε. Το PISA αξιολογεί. Το αναφέρουμε για να υπογραμμίσουμε ότι η έμμονη προβολή της άποψης ότι έχουν προτεραιότητα οι ικανότητες και δεξιότητες στη χρήση των γνώσεων σε πραγματικές καταστάσεις ζωής δεν μας δίνει απάντηση στο ερώτημα: πώς είναι δυνατόν να αποσυνδέουμε την ανάπτυξη ικανοτήτων και δεξιοτήτων από τη διαδικασία απόκτησης των γνώσεων; Αν για τον Πλάτωνα η απάντηση βρίσκεται στην ανάμνηση, για το PISA, μάλλον, βρίσκεται στις ανάγκες της αγοράς.
Ευρωπαϊκή Ένωση και  PISΑ:στον ίδιο αστερισμό
 
Διαβάζοντας κανείς σχετικά κείμενα διαβούλευσης και  ανακοινώσεις  της ΕΕ (π. χ Επιτροπής της 3ης Ιουλίου 2008 «Βελτίωση των ικανοτήτων για τον 21ο αιώνα: ατζέντα για την ευρωπαϊκή συνεργασία στο σχολικό τομέα» και τη «σύσταση» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, «σχετικά με τις βασικές ικανότητες της δια βίου μάθησης»), έρχεται αντιμέτωπος με τις ρητές αναφορές στις απαιτήσεις της αγοράς. Υποστηρίζεται π.χ. ότι «οι νέοι χρειάζονται ένα ευρύτερο παρά ποτέ  φάσµα ικανοτήτων προκειμένου να αναπτύξουν το δυναµικό τους. Πολλοί νέοι θα εργαστούν σε θέσεις εργασίας που δεν υπάρχουν ακόµη. Πολλοί θα χρειαστούν προηγμένες γλωσσικές, διαπολιτισμικές και επιχειρηματικές ικανότητες. Η τεχνολογία θα εξακολουθήσει να αλλάζει τον κόσµο µε τρόπους που δεν µπορούµε να φανταστούµε(…) Η τάση των σχολικών προγραμμάτων σπουδών είναι να παρέχεται στους µαθητές βοήθεια για την απόκτηση γνώσεων καθώς και των δεξιοτήτων και των µοντέλων συµπεριφοράς που είναι αναγκαία για να εφαρµόσουν τις γνώσεις αυτές σε καθηµερινές περιστάσεις(…) Το Συµβούλιο έχει τονίσει την ανάγκη εφοδιασµού των ατόµων µε «νέες δεξιότητες για νέες θέσεις εργασίας(…) και ικανότητες υψίστου επιπέδου, ακόµη και αριστείας, προκειµένου να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η δυνατότητα καινοτοµίας και χρήσης της έρευνας, η οποία απαιτείται για µεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα, ανάπτυξη και απασχόληση».
 Γίνεται φανερό ότι έχουμε σαφή προσανατολισμό προς τις ανάγκες της αγοράς  εργασίας που απαιτούν, κατά προτεραιότητα, επιχειρηματικές ικανότητες και δεξιότητες αριστείας, σε περιβάλλον ανταγωνιστικότητας. Η απόκτηση γνώσεων  υποχωρεί και αντικαθίσταται με τις δεξιότητες χρήσης και εφαρμογής τους σε «καθημερινές περιστάσεις». Είναι σαφές ότι ακούμε  με πολύ μεγάλη ευκρίνεια την ηχώ των παραδοχών που υποβαστάζουν το όλο εγχείρημα του PISA. Οι διατυπώσεις όλων αυτών των προδιαγραφών  αποτυπώνονται με αποκαλυπτικό τρόπο στις συζητήσεις και στις διαδικασίες διαμόρφωσης των σχολικών  προγραμμάτων.
Το «θαύμα» της Φινλανδίας και σχολικά προγράμματα
 Οι τρέχουσες διαδικασίες διαμόρφωσης σχολικών προγραμμάτων γίνονται στο πλαίσιο της ατζέντας που παρατηρούνται σε επίπεδο ευρωπαϊκής  εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτή υποστηρίζεται  από την εναρμονισμένη πολιτική του ΟΟΣΑ/ PISA. Έτσι, ένας τριπλός  υπερεθνικός σχηματισμός  (ΕΕ,ΟΟΣΑ και PISA), σε αγαστή συνεργασία, ασκεί έναν ιδιότυπο ολοκληρωτικό «επιθεωρητισμό» στα ίδια τα σχολικά προγράμματα και στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία, με τρόπο που να ευνοεί τη διείσδυση των κριτηρίων της αγοράς στην ίδια την εκπαίδευση.
  Αναφέρεται ότι στην Ελλάδα, αυτοί που είχαν, κατά καιρούς, τις αρμοδιότητες «εθνικού διαχειριστή» στο PISA, είχαν και την ευθύνη διαμόρφωσης των νέων σχολικών προγραμμάτων. Αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με μια διαδικασία όπου οι λεγόμενοι «εθνικοί  διαχειριστές» έχουν αυτοανακηρυχθεί εντολοδόχοι, εργολάβοι και τοποτηρητές των πολιτικών του PISA. Τους «εθνικούς διαχειριστές» δεν τους απασχολεί η σκοπιμότητα συμμετοχής ούτε τους ενδιαφέρει, έστω, μια κριτικά προσανατολισμένη συμμετοχή. Η προτεραιότητά τους είναι πώς θα εξασφαλίσουν τις προϋποθέσεις ώστε να γίνουν οι απαραίτητες προσαρμογές συμμόρφωσης στις αρχές του PISA για να έχουν οι μαθητές υψηλότερες επιδόσεις.
 Είναι όλοι και όλες  τους συνεπαρμένοι από το «θαύμα» της Φινλανδίας.
 Θα μπορούσαμε, παραφράζοντας, να ισχυριστούμε ότι το «θαύμα» της Φινλανδίας» έχει γίνει το «όπιο» που βοηθάει την προπαγάνδιση του PISA. Το μυστικό του, βέβαια, σύμφωνα με  Φινλανδή πανεπιστημιακό Μαθηματικό, βρίσκεται στο ότι «τα φινλανδικά σχολικά εγχειρίδια περιέχουν πολλά προβλήματα της μορφής των θεμάτων του PISA»!Τόσο απλό! Στην Ελλάδα, «το σύνολο, σχεδόν, των διδασκομένων μαθηματικών στο Γυμνάσιο δεν αποτελεί αντικείμενο ελέγχου μέσω του PISA». Έτσι, κάπως, ευνοούνται  οι επιλογές να ευθυγραμμιστούν τα σχολικά προγράμματα στην Ελλάδα  προς τις προδιαγραφές PISA, για να είμαστε ανταγωνιστικοί στις επιδόσεις!  Είναι σημαντικό να καταγράψουμε τους όρους και τις συνθήκες υποδοχής του PISA στην Κύπρο.  Η συζήτηση για την κρίση  στην Ελλάδα φαίνεται ότι ενισχύει τάσεις για απομάκρυνση από ομοιότροπες επιλογές εκπαιδευτικής πολιτικής. Η Ελλάδα αναφέρεται, πλέον, ως παράδειγμα προς αποφυγή. Στο συγκεκριμένο θέμα,  βέβαια, οι επιλογές δεν είναι πολύ διαφορετικές, λόγω του υπερεθνικού «επιθεωρητισμού» της ΕΕ, του ΟΟΣΑ και του PISA. Το θέμα αυτό θα το αναλύσουμε σε επόμενο κείμενό μας. Ας δούμε τώρα  πού εντοπίζουμε, το «χέρι» της αγοράς;
Το PISA υποβαθμίζει τις γνώσεις σε πληροφορίες
Υποστηρίζουμε ότι, παρά τη διαφήμιση που γίνεται με αναφορά στο ιδεολογικό παραπλανητικό νεφέλωμα της «Κοινωνίας της Γνώσης», το PISA εκθρονίζει τις γνώσεις από το υποχρεωτικό σχολείο. Ρητά δηλώνεται ότι «η εξέταση επικεντρώνεται στην ικανότητα των νέων να χρησιμοποιούν τις γνώσεις  και τις δεξιότητες για να αντιμετωπίζουν πραγματικές καταστάσεις της ζωής». Αυτό το ορίζουν ως εκδοχή «αλφαβητισμού », με τη διευκρίνιση ότι δεν περιορίζεται στην κριτική ανάγνωση και γραφή αλλά περιλαμβάνει το σύνολο των γνωστικών διαδικασιών που συνδέονται με όλα τα επιστημονικά πεδία και τις  άλλες εκφάνσεις της ζωής. Εδώ, μάλλον, έχει τις αφετηρίες της μια ιδιότυπη μορφή καταιγίδας που παρατηρείται στη σχετική βιβλιογραφία, στη συζήτηση των σχολικών προγραμμάτων  και στις επιμορφώσεις, με την ατέλειωτη και βασανιστική σειρά νεολογισμών και «αλφαβητισμών» (σχολικού, κοινωνικού, καταναλωτικού, τεχνολογικού, κειμενικού, κριτικού, κ.α.). Ίσως, η επινόηση του «αλφαβητισμού» προσφέρεται για να καλυφθεί το κενό που δημιουργεί η εκθρόνιση της προτεραιότητας των σχολικών γνώσεων.
 Έχει, από αυτή την άποψη, πολύ ενδιαφέρον ο ισχυρισμός που ανέπτυξε στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας(2009) ο  Πρόεδρος της Επιτροπής Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων της Κύπρου, καθηγητής  Γιώργος Τσιάκαλος. Όπως διαβάζουμε στα πρακτικά, «τα σχολεία που προσανατολίζονται στην “Κοινωνία της Γνώσης” είναι υποχρεωμένα να εγκαταλείψουν το παραδοσιακό πρότυπο της «αποταμίευσης» πληροφοριών στο μυαλό των μαθητώντ/ριών» γιατί «πρέπει να βρεθεί χρόνος για να καλλιεργηθούν οι “ικανότητες-κλειδιά”» . Αυτός ο στόχος είναι εφικτός γιατί παρέχεται «η τεχνική δυνατότητα από την πρόσφατη ανάπτυξη των τεχνολογιών πληροφορίας. Στην εποχή μας είναι δυνατή η άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες, οι οποίες σε μέγεθος υπερβαίνουν κατά πολύ το σύνολο της ύλης που παρέχεται στα εκπαιδευτικά συστήματα όλου του κόσμου. Συνεπώς, η απόκτηση της ικανότητας να χειρίζεται κανείς τις τεχνολογίες πληροφορίας παρέχει στο εκπαιδευτικό σύστημα τη δυνατότητα να απαλλαγεί από όλη εκείνη τη σχολική ύλη, η οποία δεν συμβάλλει στην καλλιέργεια των «ικανοτήτων-κλειδιών» ενώ, ταυτόχρονα, μπορεί να αποκτηθεί εύκολα και γρήγορα με την κατάλληλη τεχνολογία». Έτσι, ουσιαστικά, έχει συγκροτηθεί μια συνδυασμένη άποψη για «απαλλαγή από όλη εκείνη τη σχολική ύλη», την αποταμίευση των πληροφοριών στις βάσεις δεδομένων του διαδικτύου και την εύκολη «ανάκληση» κι ανάκτησή τους  για χρήση. Η συρρίκνωση δηλαδή των γνώσεων στο σχολείο  ευνοείται τεχνικά με τη γενικευμένη εφαρμογή των Τεχνολογιών  Πληροφορίας και Επικοινωνίας, που συνδέονται πολλαπλώς με την εισαγωγή κριτηρίων της αγοράς στην εκπαίδευση.
Η συνάρθρωση της συζήτησης για την «κοινωνία της γνώσης» και την «κοινωνία της πληροφορίας» έρχεται να ισχυροποιήσει την προώθηση  της άποψης ότι η γνώση μπορεί να μεταφραστεί σε πληροφορία για εύκολη ή «έξυπνη» χρήση. Η πληροφορία, δηλαδή, προβάλλεται ως γνώση  και  η πληροφόρηση αποσυνδέεται από τη θεωρία, με αποτέλεσμα να καθίσταται μάλλον πηγή σύγχυσης παρά προϋπόθεση ενημέρωσης και κατανόησης. Μάλλον, προτείνεται μια συνεκτική «εγκυκλοπαίδεια» κατακερματισμένων πληροφοριών στιγμιαίας χρήσης, σε ένα πλαίσιο εύκολης πληροφόρησης. Με άλλα λόγια, πριμοδοτείται ένα είδος άρνησης απέναντι στη γνωστική «βάσανο» κατάκτησης της γνώσης.
 Η γνώση  καθώς υποβαθμίζεται σε πληροφορία υφίσταται σημαντικές αλλοιώσεις. Αυτές οι αλλοιώσεις με τη μορφή εικόνων και κατακερματισμένων πληροφοριών παρεμβαίνουν ανάμεσα στους μαθητές- χρήστες  και την κοινωνική πραγματικότητα και προβάλλουν μια μηχανιστική εκδοχή της. Αυτό δημιουργεί συνθήκες που ευνοούν την ανάπτυξη καταναλωτικών μορφών συμπεριφοράς μπροστά στη γνώση. Το PISA,δηλαδή, προωθεί αντιλήψεις διδασκαλίας και  αξιολόγησης που κατακερματίζουν την ενότητα των γνώσεων και των ικανοτήτων και  κατ’ επέκταση τη διαδικασία μάθησης, αποσυνδέοντας τη διαδικασία προσέγγισης στις γνώσεις από τις ικανότητες  και τις δεξιότητες που  απαιτούνται.  Προκαλεί το διχασμό των υποκειμένων. Οι μαθητές δηλαδή καλούνται να αναπτύσσουν ικανότητες και δεξιότητες με το να ασκούνται μηχανιστικά  με αποσπασματικές και κατακερματισμένες πληροφορίες που τους δίνονται. Με αυτόν τον τρόπο αποσύρεται, από το εννιάχρονο υποχρεωτικό σχολείο το πρόταγμα της καλλιέργειας ολοκληρωμένων πολιτών που να διαθέτουν θεμελιώδεις και ουσιαστικές γνώσεις και γενική παιδεία. Είναι προφανές ότι αυτό, κατά προτεραιότητα, αφορά στις κοινωνικές κατηγορίες μαθητών που δε θα συνεχίσουν τις σπουδές στο λύκειο ή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό, από μόνο του, απαξιώνει και υποβιβάζει το υποχρεωτικό σχολείο.
Το PISA εγκαθιδρύει τα κριτήρια της αγοράς στο υποχρεωτικό σχολείο
 ‘Έχουμε  υποστηρίξει ότι το PISA, πέραν των άλλων, ως υπερεθνικός «επιθεωρητής»  ασκεί έλεγχο στο περιεχόμενο του υποχρεωτικού σχολείου.  Από πολλούς  υποστηρίζεται ότι η εκπαίδευση βρίσκεται σε μια διαδικασία επαναπροσδιορισμού της σχέσης της με την αγορά εργασίας. Λόγω της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης,  έχουν διαψευστεί οι υποσχέσεις ενός καπιταλιστικού παράδεισου της ανάπτυξης και της  ευημερίας που προϋπέθετε και ευνοούσε τη συνεχή άνοδο του μορφωτικού επιπέδου. Σε μια εποχή που έχει συντελεστεί η αποσύνδεση των τίτλων  σπουδών από τη δομή της ανεξέλεγκτης αγοράς εργασίας, διαγράφονται τάσεις «πόλωσης προσόντων».
 Σε μια τέτοια εξέλιξη προβλέπεται αύξηση θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, αλλά και θέσεων εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών χωρίς εξειδικευμένες γνώσεις με τυπικά προσόντα». Το εννιάχρονο υποχρεωτικό σχολείο είναι η δεξαμενή από όπου, κυρίως, θα αντλούνται  οι μελλοντικοί  εργαζόμενοι χαμηλής εξειδίκευσης που αν και ανειδίκευτοι χρειάζεται να έχουν πολλές δεξιότητες. Οι  θέσεις εργασίας για «ανειδίκευτους» εργαζόμενους, όπως υποστηρίζεται,  έχουν την ιδιαιτερότητα ότι απαιτούν πολλές κοινωνικές, επικοινωνιακές δεξιότητες και πρωτοβουλίες. Έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε την αναβάθμιση των δεξιοτήτων σε βάρος των γνώσεων. Οι γνώσεις είναι απαραίτητες μόνο σε όσους-λίγους θα συνεχίσουν σε ανώτερες  και εξειδικευμένες σπουδές. Μπορούμε να ισχυριστούμε, δηλαδή, ότι με το PISA έχουμε  μια απόπειρα ελέγχου του περιεχομένου του υποχρεωτικού σχολείου ώστε οι μαθητές που δε θα συνεχίσουν ανώτερες σπουδές να διαθέτουν τις αναμενόμενες  δεξιότητες
 Πέρα από αυτό, η συντελούμενη υποβάθμιση των γνώσεων συνδέεται, και με την απαίτηση της αγοράς για ευελιξία και εύκολη προσαρμογή των εργαζομένων σε νέα δεδομένα. Ο  ΟΟΣΑ δεν το αποκρύπτει : «Οι εργοδότες  θεωρούν τις δεξιότητες παράγοντες-κλειδιά για δυναμισμό και ευελιξία. Ένα εργατικό δυναμικό που διαθέτει τέτοιες δεξιότητες είναι σε θέση να προσαρμόζεται διαρκώς στη ζήτηση και σε μέσα παραγωγής που εξελίσσονται συνεχώς ».  Μέσα σε κλίμα αβεβαιότητας και ρευστότητας, οι λεγόμενες «κομβικές»  δεξιότητες θεωρούνται κεφαλαιώδους σημασίας, καθώς, σε συνδυασμό με τις προτεινόμενες «στάσεις» και «συμπεριφορές», προσφέρονται για διαχείριση της απογοήτευσης, της ματαίωσης και των ψευδαισθήσεων. Είναι καίριας σημασίας  οι νέοι να  αποδέχονται τις ευέλικτες εργασιακές σχέσεις  ή την αναγκαιότητα της  ανεργίας και της εφεδρείας. Ο ΟΟΣΑ, και πάλι, κατηγορηματικά θα μας πει ότι «δεν θα μπορέσουν όλοι να σταδιοδρομήσουν στον δυναμικό τομέα της “νέας οικονομίας” -μάλιστα, οι περισσότεροι δεν θα τα καταφέρουν- και, έτσι, τα σχολικά προγράμματα δεν μπορούν να σχεδιαστούν με βάση την υπόθεση ότι όλοι πρόκειται να φθάσουν μακριά»!
 Το PISA πρωτοστατεί στην προώθηση πολιτικών εκπαίδευσης που να έχουν άμεση αντιστοιχία προς τις εξελίξεις που σημειώνονται στην καπιταλιστική αγορά. Πάει χέρι-χέρι με τις πολιτικές της ΕΕ. Ο κατάλογος των «βασικών δεξιοτήτων και συμπεριφορών και στάσεων» και των «δεικτών ποιότητας» έχει γίνει «Ευαγγέλιο» και «τσελεμεντές» εκπαίδευσης για μια «επιτυχημένη ζωή» στην παγκόσμια αγορά. 
 Το δοκίμιο PISA κατασκευάζει τις καταστάσεις ζωής
 Πέρα από τα παραπάνω, υποστηρίζεται ότι η αξιολόγηση του PISA επικεντρώνεται σε «πραγματικές καταστάσεις ζωής». Είναι φανερό ότι  πρόκειται για απλές περιγραφές επιλεγμένων καταστάσεων ζωής.  Πόσο εύκολο είναι, άραγε, να ισχυρίζεται κανείς ότι τα θέματα αναφέρονται, με τον ίδιο τρόπο, σε  «πραγματικές καταστάσεις ζωής» των μαθητών, ανεξάρτητα από τις υλικές, κοινωνικές και πολιτισμικές προϋποθέσεις; Και, πάντως, η όποια χρήση και εφαρμογή γνώσεων και πληροφοριών είναι «ασκήσεις επί χάρτου». Σε πραγματικές καταστάσεις δίνει κανείς εξετάσεις για απόκτηση π.χ. διπλώματος οδήγησης! Δεν υπαινισσόμαστε μια τέτοια εξέταση. Επισημαίνουμε , ωστόσο, την προσπάθεια που γίνεται να αποδοθούν στο  PISA δυνατότητες που δεν έχει. Πολύ περισσότερο δεν αντέχει σε  σοβαρή κριτική δοκιμασία ο εξαιρετικός ισχυρισμός ότι το PISA «αξιολογεί το κατά πόσο οι μαθητές είναι προετοιμασμένοι για τη μελλοντική τους ζωή». Απλούστατα, δε μπορεί να συγκεντρώνει τις  εξαιρετικές ενδείξεις  για να  κάνει κάτι τέτοιο. Αν και η  πραγματική ζωή δε χωράει στο χαρτί, το PISA επιμένει να  επιστρατεύει ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, για να ασκεί την αποπλανητική του γοητεία. Έχει, σ’ αυτό, πολλούς προπαγανδιστές. Ξεχωρίζουμε το «Θαύμα της Φινλανδίας» και το «Θρήνο των Καρυάτιδων»!
 * Διδάσκων στο σεμινάριο. Ομότιμος καθηγητής Παιδαγωγικής.
   Άμισθος Αντιπρόεδρος του Επιστημονικού  Συμβουλίου του ΥΠΠΟ
    Ιστοσελίδα  http://pep.uoi.gr/gmavrog  email: gmavrog@cc.uoi.gr
 ** Μεταπτυχιακές  φοιτήτριες στο Τμήμα ΕΠΑ του Πανεπιστημίου  Κύπρου (Σεμινάριο:  O Εκπαιδευτικός ως Διανοούμενος)

27/1/12

ΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ

Είναι πλούσια χώρα η πατρίδα μου: Έχει απέραντες όμορφες θάλασσες, ψηλά κρημνώδη βουνά, ακρογιάλια, νησιά, χωριά στις όχθες ποταμών, τον ήλιο άφθονο, που θεραπεύει πληγές σωμάτων και ψυχών.

Οι άνθρωποι που κατοίκησαν από νωρίς τον τόπο, οι Γραικοί, οι Έλληνες, οι Αχαιοί, οι Δωριείς, δημιούργησαν πόλεις και πολιτισμούς, έχτισαν θέατρα, μαντεία και ναούς, έγραψαν θέατρο, φιλοσόφησαν, στηλίτευσαν την αδιαφορία για τα κοινά. Πολέμησαν εχθρούς πραγματικούς και φανταστικούς, αμύνθηκαν του πατρίου εδάφους, κατάκτησαν άλλους λαούς. 

Πέρασαν απ’ το κορμί της πατρίδας μου σκλαβιές και δίσεκτα, δικτατορίες κι εμφύλιοι, σκότωσαν και σκοτώθηκαν πολλοί στα εδάφη της, χωρίς λόγο σοβαρό πολλές φορές – λες κι οι σκοτωμοί μπορεί να έχουν λόγο...
Εδώ και χιλιετηρίδες, οι άνδρες κι οι γυναίκες της υποδουλώνονται, εξορίζονται στα ξερονήσια, φυλακίζονται στα μπουντρούμια, βασανίζονται για ν’αλλαξοπιστήσουν, σκοτώνονται σε πολέμους μεγαλοϊδεατισμών.
Αντέχουν οι Έλληνες! Επιζούν πολέμων και σεισμών, πολιτισμοί θάβονται κι επάνω τους ξαναχτίζουν οι επίγονοι, νέες πόλεις πάνω στις παλιές, στους σταθμούς του υπόγειου σιδηρόδρομου περίλαμπρες προθήκες με τα κατορθώματα των προγόνων.

Κι οργανώνουν Ολυμπιάδες ξαφνικά! Με κεφαλαιοκράτες και πολιτικάντες να συντονίζουν την οργάνωση, μ’εργολάβους που δράττονται της ευκαιρίας να βγάλουν λεφτά, με δεκάδες χιλιάδες εθελοντών κι εργάτριες κι εργάτες ξένους και κακοπληρωμένους, έκαναν πάλι τον πλανήτη να τρίβει τα μάτια του, οι Έλληνες!

Τί είν’ αλήθεια η πατρίδα μου;
Η Ελλάδα του Περικλή και του Σωκράτη;
Η Μεγάλη Ελλάδα της κάτω Ιταλίας και των Συρρακουσών;
Οι κατακτήσεις του Μεγαλέξανδρου;
Οι Έλληνες της διασποράς («My big fat greek wedding»);
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος κι ο Χαρίλαος Τρικούπης;
Οι Παπανδρέου κι οι Καραμανλήδες; 
Οι «Κωλοέλληνες» του Σαββόπουλου;
Η Ελλάδα του MEGA, του Antenna και του ΣΚΑΪ;

Έχω ζήσει εργαζόμενη περίπου 10 χρόνια έξω απ’την πατρίδα μου. Πάντα ένιωθα την ανάγκη να δείξω στους φίλους μου από άλλες πατρίδες τις ομορφιές της δικής μου (κι εκείνοι εξάλλου με προσκαλούν στις δικές τους). Πάντα την υπερασπίστηκα όταν μιλούσαν για τις κακοτοπιές και τις ασκήμιες της.
Μα όταν γύριζα και πατούσα το πόδι μου στο «αγαπημένο» της έδαφος λιποτακτούσα κι έβριζα κάθε φορά και πιο δυστυχισμένη.
Πού χάθηκαν οι παραλίες της σε τόνους μεγαλοπρεπούς μπετόν με πισίνες δίπλα στη θάλασσα (!) κι απίστευτες ομπρέλλες, φουσκωτά και beach bars;
Πού εξετράπησαν τα ποτάμια της, δήθεν για να ποτίζουν κάμπους;
Χάριν ποιάς «ανάπτυξης» γέμισε βαρέα μέταλλα ο Σαρωνικός;
Ποιά, πέραν πάσης εξελικτικής λογικής, μετάλλαξη ωθεί τους κατοίκους της Αθήνας να περνούν τη μισή τους ζωή μέσα στα όλο και πιο σύγχρονα κι ακριβά τους αυτοκίνητα, ακινητοποιημένοι στη λεωφόρο Κηφισίας;
Ποιός άφησε τα θερινά σινεμά να γίνουν σκουπιδότοποι;
Ποιοί επέτρεψαν στους εργολάβους να χτίσουν έτσι την Κυψέλη, το Παγκράτι, την Καλλιθέα; Μήπως η ζήτηση;
Πώς κατάφεραν κι έγιναν οι Έλληνες τόσο απίστευτα αγενείς, τόσο απίστευτα αδιάφοροι;
Πώς είναι δυνατόν να γνωρίζουν όλοι οι δεκαπεντάχρονοι έλληνες τί είναι το bluetooth αλλά όχι κι ο μεταξοσκώληκας;

Μήπως αυτή δεν είναι πια η πατρίδα μου;

Στην πατρίδα μου μεγάλωσα παίζοντας σε χωράφια και πήγαινα για κολύμπι το μεσημέρι, με τα πόδια. Αντηλιακά, δεν χρειαζόμασταν.
Τρώγαμε ότι μαγείρευαν στο σπίτι, κι αν δεν μας άρεσαν οι φακές ας μέναμε νηστικοί.
Διασκεδάζαμε με βεγγέρες, φτιάχναμε με τα χέρια μας τ’αποκριάτικα, βγαίναμε για κάλαντα και μας κερνούσαν φρούτα και καραμέλες, χρήματα όχι. Για μικροτραυματισμούς δεν πηγαίναμε στα επείγοντα για ράμματα – κι ένα σωρό άλλα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα και σε email...

Μετά, πέρασα στις εξετάσεις (εισαγωγικές τις λέγαμε τότε) και μπήκα στο Πανεπιστήμιο. Άλλος αέρας πιά, συνελεύσεις, η ΕΦΕΕ, το φκ και οι αγώνες του, τα δακρυγόνα για τα οποία χρησιμοποιούσαμε βαζελίνη γύρω απ’ τα μάτια. Πτυχιούχος το 79 άρχισα να κάνω αιτήσεις για δουλειά στα σχολεία ως «πρόσθετη» – έτσι ονομάζονταν τότε οι αναπληρωτές, αλλά τίποτα. Δούλεψα σε φροντιστήρια, σε οινολογικά εργαστήρια, σε εταιρείες απολυμάνσεων, σε μεταλυκειακά προπαρασκευαστικά κέντρα. Εν τω μεταξύ σπούδαζα κι άλλο. Διδακτορικό, μεταδιδακτορικά, δημοσιεύσεις, συνέδρια. Ωστόσο ήλθε κι η σειρά μου στην επετηρίδα να διοριστώ στη Δευτεροβάθμια. Δέχθηκα. Τοποθετήθηκα σ’ενα γυμνάσιο της ορεινής επαρχίας να διδάξω γεωγραφία Ηπείρων στην Α΄ Γυμνασίου. Διδάκτωρ και post διδάκτωρ, από Βιοχημεία κάτι σκάμπαζα, αλλά παιδαγωγικά; Πότε μάθαμε, ποιός να μας διδάξει, εμάς τους συλλήβδην ΠΕ4 (ακόμη έτσι μας λένε!);
Νέες περιπέτειες σε γυμνάσια και λύκεια, διαπίστωνα καθημερινά πως δεν άλλαξαν και πολλά στη μάθηση παρά τα χρόνια που μεσολάβησαν από τη δική μου την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Απεργίες και πάλι για να μπορώ να ζήσω «αξιοπρεπώς» απ’ το μισθό μου, για να γίνουν εργαστήρια στα σχολεία, για 25 μαθητές στο τμήμα. Διεκδικούσα. Το κάθε τί, το ελάχιστο, έπρεπε να το διεκδικήσω. Έφυγα. Είπα να γυρίσω στην έρευνα την πρώτη μου αγάπη. Ξενητεύτηκα για να δουλέψω σε πιο οργανωμένα εργαστήρια. Είπα να παρατήσω τη δευτεροβάθμια, είχα πια ένα καλούτσικο CV, να διεκδικήσω μια θέση λέκτορα σε πανεπιστήμιο της πατρίδας μου. Τόσοι πολλοί συμπατριώτες μου διεκδικούσαν το ίδιο, την ίδια εποχή! Αδύνατον να τους συναγωνιστώ. Εκείνοι είχαν «γνωριμίες», εγώ δεν επεδίωξα. Τόσα χρόνια που σπούδαζα μόνο αυτό δεν θέλησα να κάνω: γνωριμίες, PR. Φταίνε μάλλον οι δάσκαλοι κι οι γονείς μου, που μου έλεγαν να είμαι καλή και δίκαιη και να μελετώ, κι έτσι θα πετύχω τους στόχους μου. Κούνια που τους κούναγε!
Θα φύγω, έλεγα, θα παραιτηθώ απ’ το σχολείο, κάτι θα βρώ να κάνω –σιγά τα λεφτά και τις συνθήκες εργασίας!
«Μην πετάς τόσα συντάξιμα» μου έλεγαν οι σώφρονες φίλοι και συγγενείς. Τους άκουσα. Επέστρεψα και μαζεύω «συντάξιμα» εδώ κι 26 χρόνια. Στο μεταξύ, η κατάσταση δεν άλλαζε στα σχολεία. 35+ μαθητές/τμήμα, τα εργαστήρια κουτσά – στραβά, οι διπλοβάρδιες, οι αποδοχές πάντα τσίμα-τσίμα. Ιδιαίτερα, τί να κάνω; Άλλη σκλαβιά κι αυτή. Δούλευα 15 ώρες την ημέρα αλλά δεν είχα χρόνο ν’απολαύσω τα χρήματα που κέρδιζα – σιγά τα πολλά δηλαδή, ένα αυτοκινητάκι αγόρασα. Τα παράτησα κι αυτά και ξενητεύτηκα πάλι. Αποσπάστηκα στα Ευρωπαϊκά σχολεία, να διδάξω για τα παιδιά των ελλήνων κοινοτικών υπαλλήλων σε διαπολιτισμικό περιβάλλον. Εδώ ανακάλυψα τί σημαίνει Εκπαιδευτικός με κεφαλαίο έψιλον. Εδώ συνειδητοποίησα πως το σχολείο θάπρεπε να εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό όλα όσα χρειάζεται για να διδάσκει μόνο και επομένως να δίνει τον καλύτερο εαυτό του.  Ούτε χαλασμένα φωτοτυπικά που πρέπει να μάθεις να επισκευάζεις, ούτε αλχημείες για να οργανώσεις ένα πείραμα με λειψά υλικά. Άψογες υποδομές, αξιοπρεπείς αποδοχές, υποστηρικτικό προσωπικό διοικητικό & τεχνικό, εμείς οι ίδιοι αποφασίζαμε ομαδικά & συνεργατικά για τα προγράμματα σπουδών – τί άλλο να θελήσει ο Εκπαιδευτικός που έχει μεράκι για τη δουλειά του και θέλει να βελτιώνεται διαρκώς;

΄Αλλο budget θα μου πεις, άλλη κατηγορία, πού να βρεθεί στην Ελλάδα τόσο χρήμα; Κι όλοι αυτοί οι «κοπρίτες» που παριστάνουν τους εκπαιδευτικούς, τί νομίζεις, όσο κι αν τους πληρώσεις, να λουφάρουν θα επιδιώκουν. Απεργίες, καταλήψεις, να μαζέψουν τις ελιές τους, να κάνουν ιδιαίτερα, της ήσσονος προσπάθειας – άκου που σου λέω! Ξέρω εγώ!

Αυτό λοιπόν το τελευταίο δεν είναι πατρίδα μου. Αυτό το «ξέρω εγώ, μην το συζητάς» με στοιχειώνει από τότε που γεννήθηκα. Έχω βγάλει και όρο: 
Homo sapiens – sapiens, υποείδος «Έλλην – ο – τα – πάντα – γνωρίζων»!
Πώς και γιατί; Από πού, από πότε κρατεί; Θυμούμαι πως διάβασα κάποτε την «υπερήφανη» παρατήρηση της Κατίνας Παξινού σ’έναν Άγγλο (κριτικό θεάτρου; δημοσιογράφο; - θα σας γελάσω) «όταν εμείς κάναμε θέατρο εσείς ακόμη σκαρφαλώνατε στα δέντρα». Θυμούμαι ακόμη πως είχε γίνει καραμέλα στις καφετέριες η συγκεκριμένη διήγηση, με αφελείς προεκτάσεις του τύπου όλοι οι Έλληνες είναι του μεγέθους της Παξινού κι όλοι οι Εγγλέζοι πίθηκοι, κι ένιωθα αυτό το άβολο συναίσθημα που ντρέπεσαι για λογαριασμό άλλων, κι αναρωτιέσαι κιόλας μέσα σε τόση αυτοπεποίθηση και βεβαιότητες μήπως εσύ είσαι το «γκαγκά».
Μπορεί ποτέ να έχει την παραμικρή σχέση η Παξινού με τον Ψινάκη ή την Έφη Σαρρή; Όχι δεν μπορεί.
Αυτήν όμως την πατρίδα που εκλέγει τον Ψινάκη δημοτικό σύμβουλο και κάνει την κάθε Έφη Σαρρή να βάζει υποψηφιότητα για το κοινοβούλιο, εγώ δεν την αναγνωρίζω.
Την πατρίδα που κατάντησε τα παιδιά μου στο σχολείο να δυσανασχετούν όταν ακούνε τρίτο πρόγραμμα και να ενθουσιάζονται με τις θορυβώδεις ανοησίες κάθε λογής, εγώ δεν την αναγνωρίζω.
Εκείνο το κομμάτι των πολιτικών επιλογών που στην πατρίδα μου οδήγησε τους ανθρώπους στο κυνήγι της κονόμας χωρίς κόπο αλλά με κομπίνες, δεν θέλω να το ξέρω.

Ξέρω όμως και τί φταίει: δεν είν’ οι Έλληνες εκ γενετής ατομιστές και ξερόλες – κουραφέξαλα! Απλώς αμόρφωτοι είναι πιά. Απαίδευτοι, ημιμαθείς, χωρίς καλλιέργεια, όχι έτσι στην τύχη, κάθε άλλο, με σχέδιο πολύπλευρο και συστηματικό, με πολλαπλές «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις-ότι του φανεί του Λωλοστεφανή», από τη μεταπολίτευση και δώθε. Όχι πως η Χούντα ήξερε τί έκανε αλλά από μια δικτατορία καραβανάδων μπορείς να ζητάς ευθύνες; Από τους «πολλείς» όμως και πολλούς μεταπολιτευτικούς Υπουργούς μας της Παιδείας, ευθύνες ζητώ. Που το προσωπικό του «όραμα» για την παιδεία έκαστος, το δοκίμαζε στου κασίδη το κεφάλι τη βοηθεία και των προσωπικών του σφουγκοκωλαρίων (τέτοιους πάντα βρίσκει κανείς). Που την κάθε τούρλα που του κατέβαινε έπρεπε να την υλοποιήσει ακόμη και εις πείσμα όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας.
10, 20, 30 χρόνια τώρα, οι «άρχοντες» και οι «αρχόντισσες» της Μητροπόλεως και κατόπιν της Νερατζιωτίσσης, ούτε μια στιγμή δεν σκέφτηκαν να πάνε μια βόλτα στα σχολεία όλων των βαθμίδων για να διαπιστώσουν πώς διδάσκονται γράμματα τα ελληνόπουλα. Ούτε που τους πέρασε απ’ το νού να ρωτήσουν τη γνώμη των δασκάλων της τάξης και της καθημερινής δράσης για τα προγράμματα σπουδών, αντί να φτιάχνουν επιτροπές δήθεν σοφών, που θα κάθονται κι αυτοί σε θώκους και θα σχεδιάζουν επί χάρτου με ήσυχη συνείδηση άπαντες μια που έχουν διδακτορικό στα παιδαγωγικά κι έχουν κάνει και μια βόλτα σε εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών – αγγλοσαξονικών κατά προτίμηση. Κι όταν άρχισε να φαίνεται η παταγώδης αποτυχία των κάθε λογής μεταρρυθμίσεών τους, ούτε που σκέφτηκαν πως μπορεί ν’αρμενίζουν στραβά, αποκλείεται αυτοί, ο γιαλός είναι σίγουρα στραβός κι εμπρός να τον ισιώσουμε, τον απεργό εκπαιδευτικό και τον καταληψία μαθητή δια της καταστολής.
Έτσι κατάντησε στο σήμερα η πατρίδα μου, με τους κάμπους και τα βουνά της και τον ήλιο της που χρυσολάμπει να ξεπουλιέται ως “Helios Project” στους πεπαιδευμένους Γερμανούς και Αγγλοσάξονες που «σκαρφάλωναν στα δέντρα όταν εμείς κάναμε θέατρο», έτσι...

Δεί, δή παιδείας.
Η πατρίδα του Πλάτωνα και του Ηράκλειτου, χρειάζεται επειγόντως Παιδεία, χρειάζεται «στήθος και γόνυ» πάλι, «για να τη βγάλουμε απ’τη λάσπη».
Κι όπως μας αφήνουν γειά κι οι λίγοι μεγάλοι Έλληνες που απόμειναν, απλώνεται μια μελαγχολία στο στερέωμα και λίγο-λίγο χάνεται το κουράγιο, πού να στηριχτείς;
Αν ακουγόταν μια μουσική τώρα, θα ήταν το ακκορντεόν από το «βάλς του γάμου» της Ελένης Καραΐνδρου – μα πού σκοτείνιασε και χάθηκ’ η πατρίδα μου;


                    Αθήνα, 27 Ιανουαρίου 2012